Καλάμι-Μαρτυρικό Χωριό


Το Καλάμι είναι ένας μικρός οικισμός στον επαρχιακό δρόμο Λιβαδειάς-Θήβας και πήρε το όνομά του από τα πολλά καλάμια που φύτρωναν στο βαλτότοπο, όταν η Κωπαΐδα ήταν λίμνη. Αναγνωρίστηκε επίσημα ως μαρτυρικό χωριό σύμφωνα με το «Προεδρικό Διάταγμα Υπ’ Αριθμ. 49/2017  ΦΕΚ 79/Α/1-6-2017» «Χαρακτηρισμός μαρτυρικών πόλεων και μαρτυρικών χωριών», λόγω της θηριωδίας των Γερμανών.

Στα τέλη Μαΐου του 1944 ένα γερμανικό φορτηγό  αυτοκίνητο ξεκινούσε καθημερινά από την Αλίαρτο με κατεύθυνση την ακροποταμιά της Πόντζας, από την πλευρά του χωριού του Αγίου Γεωργίου. Οι Γερμανοί φόρτωναν υλικά  για την κατασκευή έργων στην Αλίαρτο και είχαν αγγαρεύσει έξι Έλληνες ως εργάτες. Στο φορτηγό βρίσκονταν δύο Γερμανοί, ο οδηγός και ένας βοηθός του. Το δρομολόγιο ήταν καθημερινό και είχε κινήσει το ενδιαφέρον των ανταρτών που ήθελαν να αρπάξουν το φορτηγό. Έτσι και την Κυριακή  11 Ιουνίου έγινε το καθιερωμένο δρομολόγιο. Οι Γερμανοί στρατιώτες κάθονταν κάτω από ένα δένδρο και επιτηρούσαν τους εργάτες, όταν μια ομάδα από οκτώ αντάρτες επιτέθηκε τραυματίζοντας ελαφρά τους Γερμανούς. Στη συνέχεια, πλησίασαν τους Έλληνες εργάτες και τους παρήγγειλαν να πάνε στην Αλίαρτο για να αναφέρουν το επεισόδιο, πήραν το φορτηγό και εξαφανίστηκαν. Οι Έλληνες εργάτες φθάνουν στις Αλαλκομενές με τους τραυματισμένους στρατιώτες και τους παραδίδουν στους Γερμανούς. Ο Διοικητής της Αλιάρτου Orts Mayers, μόλις ενημερώθηκε, εξοργίστηκε και κάλεσε τον ταγματάρχη L.Rickert, τον σφαγέα του Διστόμου, να επιβάλει αμέσως αυστηρά αντίποινα.

Η αντίστροφη μέτρηση για το Καλάμι είχε αρχίσει. Στις 18:00 ξεκίνησαν από Αλίαρτο δύο φορτηγά με οπλισμένους Γερμανούς και με διαταγή του Rickert να σκοτώσουν όποιον Έλληνα συναντήσουν στο δρόμο προς την Πόντζα. Μόνο στη διασταύρωση Αγίου Γεωργίου βρήκαν δύο άτομα, τον 45χρονο Αθανάσιο Κατή και τον έμπορο Γιάννη Παυλιδάκη, τους οποίους εκτέλεσαν. Την ίδια ώρα περίπου αναχώρησαν από τη Λιβαδειά τρία καμιόνια, δύο μοτοσυκλέτες  και ένα μικρό αυτοκίνητο με τον επικεφαλή της αποστολής. Στη θέση Πριόλιθος, πέντε χιλιόμετρα έξω από τη Λιβαδειά, συνέλαβαν στο κτήμα του τον Λουκά Αθ. Σκουρολιάκο από το Λαφύστιο μαζί με τον εργάτη του Νικόλαο Ιωάννου  Χατζηδημητρίου. Στην τοποθεσία Κρεββάτες, οι Γερμανοί συνάντησαν τον Χαράλαμπο Κ. Μάρκου από το Λαφύστιο που εργαζόταν στο κτήμα του και τον πήραν μαζί τους. Ύστερα από μισή ώρα η ομάδα έφθασε στο Καλάμι. Οι κάτοικοι που είχαν πληροφορηθεί όσα είχαν συμβεί στην  Πόντζα, τους παρακολουθούσαν έντρομοι. Οι στρατιώτες των SS όρμησαν στα σπίτια, άρχισαν το πλιάτσικο και εισέβαλαν στο νερόμυλο του Σπύρου Νάκου. Τον υποχρέωσαν να τους ακολουθήσει  με την οικογένειά του, ενώ ο 11χρονος Παναγιώτης κατάφερε να πάρει μαζί του το γαϊδουράκι της οικογένειας πάνω στο οποίο κάθισε η 7χρονη αδερφή του Άννα που δεν μπορούσε να περπατήσει. Μπροστά σε ένα μύλο συγκέντρωσαν όλες τις οικογένειες του χωριού, συνολικά 23 άτομα. Ο επικεφαλής διέταξε να χωρίσουν τους έξι άνδρες από τα γυναικόπαιδα και τους μετέφεραν πίσω από το μπακάλικο του Απόστολου Σλατινόπουλου, όπου τους εκτέλεσαν. Εν τω μεταξύ, οι γυναίκες και τα παιδιά ακούγοντας τους πυροβολισμούς δεν υποψιάζονταν το κακό που είχε συντελεστεί και ο Αυστριακός στρατιώτης Hilman προσπαθούσε να σώσει τον 11χρονο Παναγιώτη μάταια. Το απόσπασμα οδηγεί τα γυναικόπαιδα έξω από το τελευταίο σπίτι προς τη Λιβαδειά, που ανήκε στη Βασιλική Κυρίτση, και στο πλαϊνό περιβόλι στήνουν τα πολυβόλα. Το σήμα δόθηκε και τα πολυβόλα άρχισαν να θερίζουν. Δεκαέξι γυναικόπαιδα δολοφονήθηκαν, εκτός από τον 11χρονο Παναγιώτη που στάθηκε τυχερός και μάρτυρας των όσων συντελέστηκαν στο Καλάμι. Οι Γερμανοί αποφασίζουν να κάψουν τα θύματά τους, γιατί δεν θέλουν να αφήσουν ίχνη για τις ομαδικές εκτελέσεις των κατοίκων. Έτσι, συγκέντρωσαν τα πτώματα, τους έριξαν την εμπρηστική σκόνη και έβαλαν φωτιά. Πυρπόλησαν τα λιγοστά σπίτια του χωριού. Το ολοκαύτωμα είχε ολοκληρωθεί.

Την επόμενη μέρα έρχονταν από την Αθήνα καμιόνια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού μεταφέροντας βοήθεια με κατεύθυνση το Δίστομο. Φτάνοντας στο Καλάμι είδαν τις φωτιές να καπνίζουν και κάποιος Σουηδός γιατρός πίστεψε πως έφτασαν στο Δίστομο. Εκεί πληροφορήθηκε ότι βρισκόταν στο Καλάμι και καίγονταν οι νεκροί που είχαν εκτελεστεί την προηγούμενη μέρα.

(Πηγή: Σχολικό Πολιτιστικό Πρόγραμμα Αγίου Γεωργίου)